της Πολίτου Μαρούλας, Φιλολόγου Α.Π.Θ.
Την Παρασκευή 14 Μαΐου πρωτο-παρουσιάστηκε από το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης και τις εκδόσεις Σπανίδη, το συνθετικό πόνημα του Δημήτρη Βλάχου, Συναντήσεις, Σεφέρης-Νίτσε-Χάιντεγκερ, ένα συγκριτικό έργο που αποτελεί ένα χρήσιμο βοήθημα στους φιλολογικούς κύκλους της συγκριτικής γραμματολογίας. Αυτό και παρουσιάζουμε σήμερα, στα πλαίσια μιας κριτικής ενημέρωσης του κοινού. Σίγουρα αποτελεί ένα εξειδικευμένο βιβλίο, παρ’ αυτού μπορεί με υπομονή να το διαβάσει και ο μη μυημένος σε φιλολογικά(εμπεριέχοντας μέσα τους και τις φιλοσοφικές αναζητήσεις) ζητήματα αναγνώστης αποκομίζοντας τα μέγιστα οφέλη.
Ο συγγραφέας είναι ένας συντοπίτης μας, που ζει στην Ξάνθη. Ιστορικός και φιλόλογος καταπιάνεται με ζητήματα που ξεκινάνε από την ίδια την ζωή και όπως είναι φυσικό τα βρίσκει κανείς και στους συλλογισμούς των μεγάλων πνευμάτων, που κάθε άλλο παρά με μεγάλες ιδέες ασχολούνται. Συγκριτικά έτσι μας τα αναγιγνώσκει και μας τα παρουσιάζει. Ο ίδιος γεννήθηκε στην μακρινή Ρόδο, φοίτησε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και κατέληξε στην υψηλά στον χάρτη, Ξάνθη.
Καθώς περνούν τα χρόνια
πληθαίνουν οι κριτές που σε καταδικάζουν∙
καθώς περνούν τα χρόνια και κουβεντιάζεις με λιγότερες φωνές,
βλέπεις τον ήλιο μ’ άλλα μάτια∙
ξέρεις πως εκείνοι που έμειναν, σε γελούσαν,
τα παραμιλητά της σάρκας, ο όμορφος χορός
που τελειώνει στη γύμνια.
Σεφέρης Γιώργος, απόσπασμα από την Κίχλη
Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε: «Με την ποίηση μαθαίνουμε να θαυμάζουμε. Με την φιλοσοφία μαθαίνουμε να ρωτάμε. Φιλοσοφία και ποίηση μας μαθαίνουν να λογαριάζουμε τη ζωή μας , θαυμάζοντας και ρωτώντας με ασυνήθιστο τρόπο ακόμη και για τα συνηθισμένα πράγματα. Στους τόπους όπου η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη συναντά τη σκέψη του Φρίντριχ Νίτσε και του Μάρτιν Χάιντεγκερ, αναφέρονται τα δύο δοκίμια του παρόντος τόμου με τον τίτλο Συναντήσεις. Αυτή η συνάντηση ποίησης και φιλοσοφίας μας καλεί σε μια συνάντηση βλέμματος πάνω σε θεμελιώδη ζητήματα της ζωής και μας μαθαίνει να την βλέπουμε ως κάτι το ασυνήθιστο, δηλαδή ως κάτι αξιοθαύμαστο και αξιέρωτητο.»
Το έργο ανοίγει το αντί προλόγου δοκίμιο του Επίκουρου Καθηγητή Φιλοσοφίας(του Α.Π.Θ.) Παναγιώτη Δόικου. Φιλοσοφική πραγμάτευση του σώματος και της θέσης του, που σε ένα βαθμό κλέβει την παράσταση και οδηγεί τον αναγνώστη απ’ ευθείας και ίσως βίαια στα φιλοσοφικά μονοπάτια. Το σώμα και η οπτική του «αγωνία» στο άπειρο, στο εδώ και τώρα, μέσα σε μια προοπτική προσωπικής αναμέτρησης του ανθρώπου με την μεταφυσική(του) διάσταση∙ εισαγάγει στις συναντήσεις των Σεφέρη, Νίτσε και Χάιντεγκερ. Δεν ξέρω όμως κατά πόσο αυτό το φιλοσοφικό παιχνίδι των συναντήσεων με υποκείμενο το σώμα, αποτελεί κατάχρηση γνωστικού αντικειμένου σε βάρος του λόγου που ενδύει το καθαυτό κείμενο.
Συγκριμένα, τα δύο κείμενα που εμπεριέχονται στο βιβλίο, γράφτηκαν για να εκφωνηθούν μπροστά σε ακροατήρια στο πλαίσιο πολιτιστικών εκδηλώσεων. Τιτλοφορούνται ως εξής: «Όταν η φιλοσοφία συναντά την ποίηση…: το σώμα και ο μύθος του Φρίντριχ Νίτσε και του Γιώργου Σεφέρη», που φανερώνει τις «εκλεκτικές συγγένειες» μεταξύ των έργων του Γερμανού Φιλοσόφου και του Έλληνα ποιητή. Ενώ ακολουθεί μια συγκριτική ανάγνωση ενός ποιήματος του Γιώργου Σεφέρη χρησιμοποιώντας τον τρόπο του Μάρτιν Χάιντεγκερ, το «Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε πως προχωρούμε…».
Το πρώτο μας προλογίζει εισαγωγικά στην διαμόρφωση των «εκλεκτικών συγγενειών», για το πώς αυτές διαμορφώνονται. Ο Δημήτρης Βλάχος μας γνωστοποιεί παράλληλα και τον στόχο του πονήματός του. Αφού λοιπόν, δούμε διαφορές και ομοιότητες των Νίτσε και Σεφέρη, αρχίζει το υποκεφάλαιο με τίτλο «Για μια Φιλοσοφία και ποίηση του σώματος». Εκεί, παρατηρούμε ξεχωριστά τις δύο προσωπικότητες, αλλά και ως παράλληλα μιας αισθητικής μεταφυσικής. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στο σκέλος του ποιητή. Άλλωστε το επιβάλλει η ιδιότητα του συγγραφέα ως φιλολόγου. Καταληκτικά, προβάλλεται και η αναγκαιότητα του μύθου στην εποχή της νεωτερικότητας.
Το δεύτερο δοκίμιο ανοίγει με το ποίημα-αφιέρωμα στον Νάνη Παναγιωτόπουλο, «Ένας γέροντας στην Ακροποταμιά», από την συλλογή Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’ (1944). Ουσιαστική εφόρμηση του κειμένου αυτού, θα πρέπει να υπήρξε μια μνεία της προηγούμενης διάλεξης(αν και από πολλές πτυχές του θα μπορούσε να καταπιαστεί κανείς και να εμβαθύνει σε προβληματικές). « Ἐρωτᾶν-ἐρᾶν»; Λογοπαίγνιο ή συλλογιστική που υφίσταται; «Λόγος-λογαριάζω-ακούω» και έχει ήδη γίνει εμφανής η διαφορετικού τύπου πραγμάτευση. Μέσω της ποιητικής τέχνης παρουσιάζεται και κυρίως αποκαλύπτεται το «είναι» και πως αναλογικά μπορεί να εκφραστεί. Νοσταλγία, κοινή παράμετρος και στον Σεφέρη και στον Χάιντεγκερ. Την βλέπουμε περισσότερο ως επιστροφή στις πηγές. Η κατακλείδα του Δημήτρη Βλάχου μας φανερώνει τους «δρόμους του δάσους» του Χάιντεγκερ. Και έτσι μας φέρνει στην πόρτα του Σεφέρη. Και εκεί θα μείνουμε, για να αντικρύσουμε μαζί του το Φως.
«Πρόκειται για το δρόμο του δάσους, κάθε τέτοιος δρόμος οδηγεί στις πηγές. Αυτό βέβαια δεν το έγραψα στο βιβλίο»
Μάρτιν Χάιντεγκερ, Η προέλευση του έργου Τέχνης
Σε τέτοια ζητήματα θα μπορούσε κάλλιστα να φέρει κανείς αντιρρήσεις, όπως και ακόμη και στον πρώτο τίτλο, στην φράση «Όταν η φιλοσοφία συναντά την ποιήση…». Γιατί το «όταν» είναι για κάποιους «πάντα». Ή και αλλού… Ωστόσο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος συν-ανάγνωσης των τριών προσώπων. Από την αρχή είναι η αισθητή η αρχαία φιλοσοφική σκέψη, αναφέροντας ενδεικτικά τους: Ηράκλειτο, Πλάτωνα, Αριστοτέλη. Πραγματεία πάνω στον σεφερικό-σωματικό τρόπο αντίληψης των πραγμάτων υπό το πρίσμα του Νίτσε ακολουθώντας τα μονοπάτια του Χάιντεγκερ, η οποία απαιτεί ιδιαίτερο εύρος γνώσεων για να μπορέσει κανείς να την πλέξει τόσο επιδέξια τον ιστό του παρόντος βιβλίου. Εν τέλει, έχει μια άρτια δόμηση, που αγκιστρώνεται στην πολύ μελετημένη εκφορά των ζητημάτων. Συστήνεται ανεπιφύλακτα σε όσους επιθυμούν τον σαδιστικό πόνο της σκέψης.
Σχολιάστε